Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- παραδιαβάζω· παραδιεβάζω· παρδιαβάζω.
-
— Βλ. και περιδιαβάζω.
- Ά Αμτβ.
- 1) Διασκεδάζω, περνώ τον καιρό μου διασκεδάζοντας:
- Έτρωγα, έπινα καλά, ανέγνοιαστα εκοιμούμουν, επαραδιάβαζα καλά (Περί ξεν. 215· Αχιλλ. L 672).
- 2) Κάνω περίπατο:
- εξέβησαν έξω … εις περιβόλια έμορφα διά να παραδιαβάσουν (Απολλών. 346· Διγ. Esc. 1097).
- 3) Αναμετριέμαι, αγωνίζομαι, πολεμώ:
- (Χρον. Μορ. H 9059)·
- Αν είστε αντρειωμένοι, ελάτε να παραδιαβάσομεν (Μαχ. 46020).
- 1) Διασκεδάζω, περνώ τον καιρό μου διασκεδάζοντας:
- Β́ Μτβ.
- 1) Διασκεδάζω, ευχαριστώ κάπ.:
- μακάρι να μας έποικες αυτήν την χάριν (ενν. να χαρείς και να χορεύσεις) διά να μας παραδιαβάσεις (Συναξ. γυν. 578).
- 2) Διέρχομαι, διασχίζω έναν τόπο εξετάζοντάς τον:
- επαραδιάβασεν (ενν. ο Καμπανέσης) τα μέρη Καλομμάτας (Χρον. Μορ. H 1748).
- 1) Διασκεδάζω, ευχαριστώ κάπ.:
[<παρα‑ + διαβάζω. Η λ. με διαφορ. σημασ. στο Βλάχ. και σήμ.]
- Ά Αμτβ.



