Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ξυλοκάρβουνο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ξυλοκάρβουνο το [ksilokárvuno] Ο41 : τεχνητό κάρβουνο που γίνεται από ξύλα.

[ξυλο- + κάρβουνο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες