Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: λεκανίδα
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
λεκανίδα η.
  • Βαθύ πιάτο φαγητού:
    • (Φορτουν. Ά 325).

[αρχ. ουσ. λεκανίς. Η λ. στο Somav. και σήμ. ιδιωμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go