Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κονφερασιέ
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κονφερασιέ ο [konferasxé] Ο (άκλ.) : παρουσιαστής ψυχαγωγικού επιθεωρησιακού προγράμματος, ο οποίος παρεμβάλλεται ανάμεσα στα διάφορα νούμερα, λέγοντας ανέκδοτα και κάνοντας έναν υποτυπώδη διάλογο με το κοινό.

[λόγ. < γαλλ. conférancier `που κάνει διάλεξη΄]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go