Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εσαεί [esaí] επίρρ. : (λόγ.) για πάντα, παντοτινά: Θα τον ευγνωμονώ ~. ΦΡ κτήμα ~, μόνιμο απόκτημα.
[λόγ. συμφυρ. των αρχ. φρ. ἐς αἰεί & εἰς ἀεί]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[λόγ. συμφυρ. των αρχ. φρ. ἐς αἰεί & εἰς ἀεί]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |