Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εξής
5 items total [1 - 5]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εξής [eksís] επίρρ. τροπ. : σε στερεότυπες εκφορές. 1. ως ~, εισαγωγική έκφραση η οποία αμέσως στη συνέχεια αναλύεται, επεξηγείται· με τον ακόλουθο τρόπο, έτσι, ως ακολούθως: Θα ενεργήσουμε ως ~. H κατάσταση έχει ως ~. 2. στο / εις το ~, στη συνέχεια, στο μέλλον, από τώρα και μετά: Nα μη δημιουργηθεί το ίδιο πρόβλημα εις το ~. Στο ~ να έρχεστε στην ώρα σας, από δω και μπρος. Στο ~ θα ανοίγουμε στις εννιά. 3. με απόλυτο αριθμητικό: …και ~, για συνεχόμενη αρίθμηση (συντομογραφ. κ.ε.)· και μετά: Θα διαβάσετε από τη σελίδα εκατό και ~, ως το τέλος. Aπό το 1995 και ~. 4. σε ονοματική χρήση· ο ακόλουθος, ο παρακάτω. α. (ως επίθ.): Δίδονται οι ~ αριθμοί, οι παρακάτω, οι κάτωθι. Έχω την ~ άποψη / γνώμη / αντίρρηση, την ακόλουθη. Yπάρχει το ~ πρό βλημα. Έχω το ~ σχέδιο. Xρειάζομαι τα ~ βιβλία. β. (ως ουσ.): Προσκεκλημένοι είναι οι ~, οι κάτωθι. Mου χρειάζονται τα ~, τα ακόλουθα.

[λόγ. < αρχ. ἑξῆς]

[Λεξικό Κριαρά]
εξής, επίρρ.
  • Εκφρ.
    • 1) Τῃ εξής = την επόμενη μέρα:
      • (Διγ. Gr. 2778).
    • 2) Εις το εξής = απεδώ κι εμπρός:
      • (Κορων., Μπούας 65).

[αρχ. επίρρ. εξής. Η λ. και σήμ.]

[Λεξικό Κριαρά]
εξήσκεπος, επίθ.,
βλ. ξέσκεπος.
[Λεξικό Κριαρά]
εξηστρεπτός, εξηστρεφτός, επίθ.,
βλ. εκστρεπτός.
[Λεξικό Κριαρά]
εξηστρέφω,
βλ. ξεστρέφω.
< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go