Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ελληνικά
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
ελληνικά, επίρρ.
  • Στην (αρχαία) ελληνική γλώσσα:
    • ελληνικά λέγονται ύπατοι (Βακτ. αρχιερ. 209).

[<επίθ. ελληνικός. Η λ. στο Βλάχ. και σήμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go