Combined Search
1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βάσει [vási] επίρρ. : με βάση: ~ διατάγματος η περιοχή χαρακτηρίστηκε ως αρχαιολογικός χώρος. Ενεργεί ~ σχεδίου.
[λόγ. < δοτ. βάσει του αρχ. βάσις σημδ. γαλλ. sur la base de]