Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυτοκυβέρνηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αυτοκυβέρνηση [aftocivérnisi] η, (L)
  • self-rule, self-government, autonomy (syn αυτοδιοίκηση 1):
    • το ειρηνευτικό σχέδιο πρότεινε ~ των Παλαιστινίων |
    • πρέπει να αναπτυχθούν αυτοκυβερνήσεις κι ελεύθεροι θεσμοί, .. για να ικανοποιηθούν οι νόμιμοι πόθοι των Kυπρίων (Christidis) |
    • η κατάλυση της κεντρικής αρχής ευνοεί την ανάπτυξη .. του πνεύματος της αυτοκυβέρνησης (Vacalop) |
    • η Kύπρος πλήρωνε φόρο στη μεγάλη δύναμη της Aσίας, χωρίς να χάσει την αυτοκυβέρνησή της (Panagiotop) [fr kath (neol |
    • Koumanoudis

[betw. 1843 & 1894]) αυτοκυβέρνησις, cpd w. κυβέρνησις]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες