Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυτοδιδαχή
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αυτοδιδαχή [afto∂i∂a í] η, (L)
  • act or process of teaching o.s., self-instruction (syn αυτοδιδασκαλία):
    • η αισθητική αγωγή του κι η κριτική του οξυδέρκεια ήταν ενισχυμένες με την ελεύθερη σπουδή, με την ~ (Panagiotop)

[fr kath (neol) αυτοδιδαχή, cpd w. διδαχή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες