Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυλαρχείο
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αυλαρχείο [avlar ío] το, (sp. also Aυλαρχείο)
:
  • δεξιά ορθώνονταν τα βασιλικά ανάκτορα από την πλευρά του αυλαρχείου (Petsalis)

[fr kath (neol: Koumanoudis) αυλαρχείον, der of αυλάρχης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες