Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυγουστίνειος, -α (& L -ειος), -o [avγustínios] (L) Christ rel, philos
- of or pertaining to St. Augustine (354-430 AD) and his philosophy, Augustinian:
- μαζί με τον "Eυόδιο" του αυγουστίνειου κειμένου, δεν βλέπουν διέξοδο στο ζήτημα (Papanoutsos) |
- ιδεολογικό σχεδόν καθεστώς .. είχε αποτελέσει τότε η αυγουστίνεια κοσμοθεωρία (Despotop) |
- ημπορεί ο Kαρτέσιος να εβοηθήθηκε περισσότερο από την σωκρατική παρά από την αυγουστίνειο αμφιβολία (Georgoulis)
[fr kath (neol) αυγουστίνειος, der of Aυγουστίνος]
- of or pertaining to St. Augustine (354-430 AD) and his philosophy, Augustinian:



