Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αυγινός -ή -ό [avjinós] Ε1 : (λαϊκότρ.) που εμφανίζεται, υπάρχει την αυγή· (πολύ) πρωινός: Aυγινή σιγαλιά / πάχνη.
[αυγ(ή) -ινός]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυγινός, -ή, -ό [avyinós]
- ① of or pertaining to dawn (syn in αυγερινός2):
- ~ ζέφυρος |
- ~ ήλιος |
- περίπατος ~ |
- αυγινή αχτίνα |
- αυγινή γαλήνη, δροσιά, καταχνιά, μοσχοβολιά, σιωπή, ψύχρα |
- ώρες αυγινές |
- λουλούδι αυγινό |
- αυγινό μούχρωμα |
- αυγινό όνειρο, φως, χρώμα |
- αυγινή λειτουργία Christ rel early morning service, matins (syn όρθρος, syn phr L εωθινή λειτουργία |
- αυγινό άστρο morning star (syn αυγερινός1 1) |
- αυγινό νέφωμα auroral cloud |
- η φωνή της K. .. είχε κάτι από το αυγινό κελάιδημα του κορυδαλού (Melas) |
- εσήμαναν οι αυγινές σφυρίχτρες των εργοστάσιων (Karagatsis) |
- πνίγεται μέσα στην .. αυγινή χάρη ενός περιβολιού (Chourmouzios) |
- poem .. το χορό σηκώνονταν να σύρει | κι όταν ακόμα εσήμαινεν η αυγινή καμπάνα (Gryparis) |
- .. πόσες φορές μ' έχεις ξυπνήσει | με το αυγινό τραγούδι σου, πριν φέξει (Stavrou Ar)
- ⓐ appearing or seen early, at dawn (near-syn πρωινός):
- ~ ουρανός |
- αυγινό βουνό, πέλαγος, περιβόλι |
- πήρε .. τους αυγινούς δρόμους και ο ήλιος .. σκορπούσε την τσουχτερή υγρασία (Petsalis) |
- αρχίζει να κατεβαίνει αργά αργά το φως πάνω μας .. · το κάστρο ανάβει, πλάθεται αυγινό (Terzakis) |
- poem ήρθε αυγινή από μακριά, κατάφωτα ακρογιάλια | με των ματιών της την πυρή, κυματιστή νεφέλη (Emmanouil) |
- [το φως είναι] δυνατό .. σαν τα μαλλιά | της νέας γυναίκας στο αυγινό παράθυρο (LTheodorakop)
- ② fig of or pertaining to an early beginning or emergence, early:
- να διαισθανθούμε ποιος ήταν ο πνευματικός ορίζοντας, υπό τον οποίο τελούσε η ανθρώπινη υπόσταση κατά τον αυγινό έβδομο αιώνα (Malevitsis) |
- poem .. τα στήθη της .. ανεβοκατεβαίνουν | παρθενικά στην αυγινή ηλικία (Xydis) |
- από τις πρώτες αυγινές της δημιουργίας ώρες | θεού ευλογία πήρανε κλ (Athanas)
[der of αυγή w. suff -ινός]
- ① of or pertaining to dawn (syn in αυγερινός2):



