Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αρθρογραφία
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αρθρογραφία η [arθroγrafía] Ο25 : 1.η σύνταξη, το γράψιμο άρθρων σε διάφορα έντυπα, κυρίως σε εφημερίδες και σε περιοδικά: Για μερικά χρόνια ασχολήθηκε με την ~ σε εφημερίδες. 2α. (γενικά) σύνολο άρθρων στον τύπο: H ~ στις εφημερίδες και στα περιοδικά έχει ως κύριο θέμα την κρίση του πετρελαίου. Πάνω στο επίμαχο θέμα αναπτύχτηκε πλούσια ~. β. άρθρα με ενιαίο θεματικό αντικείμενο: Πολιτική / αθλητική / επιστημονική ~.

[λόγ. αρθρογράφ(ος) -ία]

[Λεξικό Γεωργακά]
αρθρογραφία [arθroγrafía] η, (L) journ
  • writing of columns, editorial writing:
    • κριτική, πολιτική ~ |
    • ας μη νομιστεί ότι η ~ εκείνου του καιρού ήταν λιγότερο οξεία (Athanasiadis-N) |
    • ο Παλαμάς κατορθώνει την ~ να τη μετουσιώνει σε ποιητικό λόγο (Chourmouzios)

[fr kath (neol Koumanoudis) αρθρογραφία, der of αρθρογράφος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go