Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποστρατικοποίηση [apostratikopíisi] η, gen αποστρατικοποίησης & αποστρατικοποιήσεως (L)
- demilitarization (syn αποστρατιωτικοποίηση, ant στρατιωτικοποίηση):
- το θέμα της αποστρατικοποιήσεως |
- η ~ των νήσων |
- η πλήρης ~ της Kυπριακής Δημοκρατίας θα είναι προς το συμφέρον της ειρήνης και της ασφάλειας στη Mεσόγειο
[fr kath (neol) αποστρατικοποίησις, der of αποστρατικοποιώ]
- demilitarization (syn αποστρατιωτικοποίηση, ant στρατιωτικοποίηση):



