Παράλληλη αναζήτηση
4 εγγραφές [1 - 4] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποθετικό [apoθetikó] το, (L)
- negative aspect, negative (ant θετικό):
- το ~, από πλευράς αγωγιμότητος προς τους άλλους, τέτοιου λόγου είναι ότι βάρυνε πολύ (RAposolidis)
[substantiv. n of αποθετικός2]
- negative aspect, negative (ant θετικό):
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αποθετικός -ή -ό [apoθetikós] Ε1 : (γραμμ.) αποθετικά ρήματα, που έχουν μόνο παθητική φωνή.
[λόγ. < ελνστ. ἀποθετικόν ῥῆμα μτφρδ. (ελνστ.) υστλατ. verbum deponens (πρβ. ελνστ. ἀποθετικός `ανακεφαλαιωτικός΄)]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποθετικός1, -ή, -ό [apoθetikós] (L) gramm
- lacking active voice forms, deponent:
- αποθετικά ρήματα
[fr kath αποθετικός ← postmed (Somavera) ← K ἀποθετικός, der of ἀποτίθημι]
- lacking active voice forms, deponent:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποθετικός2, -ή, -ό [apoθetikós] (L)
- non-positive, expressed negatively, negative (near-syn αποφατικός, αρνητικός, ant θετικός):
- ο σεβασμός του άλλου ανθρώπου, ο ~ απλώς, εκφράζεται με το ηθικό αξίωμα "ο συ μισείς, ετέρω μη ποιήσεις" (Despotop) |
- δίπλα στο θετικό τούτο κενό υπάρχει και ένα αποθετικό (Dimaras)
[fr kath (neol) αποθετικός, cpd w. θετικός]
- non-positive, expressed negatively, negative (near-syn αποφατικός, αρνητικός, ant θετικός):