Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αεροδυναμικός -ή -ό
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αεροδυναμικός -ή -ό [aeroδinamikós] Ε1 : 1.που ανήκει ή που αναφέρεται στην αεροδυναμική: Aεροδυναμικά φαινόμενα. Aεροδυναμική σήραγγα, εγκατάσταση που χρησιμεύει για την πειραματική μελέτη αεροδυναμικών φαινομένων. 2. που κατασκευάζεται σύμφωνα με τα δεδομένα της αεροδυναμικής, έτσι που να εξουδετερώνει ή να εκμεταλλεύεται τα αεροδυναμικά φαινόμενα: Aεροδυναμικό σχήμα. Aεροδυναμική κατασκευή. Aεροδυναμικό τρένο. 3. (προφ., με θετική ή σκωπτική σημασία) που έχει περίεργη και εντυπωσιακή μορφή, σχήμα: Aεροδυναμικό αυτοκίνητο. Aεροδυναμική πολυθρόνα.

[λόγ. < γαλλ. aérodynamique < aérodynamique = αεροδυναμ(ική) -ικός (αναδρ. σχημ.)]

[Λεξικό Γεωργακά]
αεροδυναμικός, -ή, -ό [aero∂inamikós] phys
  • streamlined, of aerodynamics:
    • αεροδυναμικό σχήμα aerodynamic form |
    • αεροδυναμική γραμμή (αυτοκινήτου) streamline |
    • αεροδυναμική καροσερί streamlined coachwork, streamlined body |
    • αεροδυναμικό αυτοκίνητο streamlined car |
    • railw αεροδυναμική ωτομοτρίς streamlined railcar |
    • αεροδυναμική ισορροπία aerodynamic balance |
    • αεροδυναμική σήραγγα wind tunnel |
    • μια σκάλα αεροδυναμική (Sfakianakis) |
    • έχει περιορίσει τις καμπύλες και την ποικιλία (των σχημάτων) η αεροδυναμική εποχή της βίας και της βιομηχανίας (Karantinos)

[cpd w. δυναμικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες