Παράλληλη αναζήτηση
| 717 εγγραφές [161 - 170] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ράντζο 1 το [rándzo] & ράντσο 1 το [rántso] Ο39 : πτυσσόμενο φορητό κρεβάτι· κρεβάτι εκστρατείας: Στρατιωτικό ~. Προσπάθεια να καταργηθούν τα ράντζα από τα νοσοκομεία.
[ιταλ. rancio `ναυτική κουκέτα΄ και ηχηροπ. [ts > dz] εξαιτίας του ριν. [n] ]
- ράντζο 2 το & ράντσο 2 το : αγρόκτημα κτηνοτρόφου στις HΠA.
[αγγλ. ranch -ο και ηχηροπ. [ts > dz] εξαιτίας του ριν. [n] ]
- ραντιέρης ο [randxéris] Ο11 : (προφ., λαϊκ.) εισοδηματίας χρηματιστής.
[ράντ(α) 3 -ιέρης]
- ραντίζω [randízo] -ομαι Ρ2.1 : περιβρέχω κτ. με σταγόνες νερού ή άλλου υγρού· (πρβ. ψεκάζω): Διαλύουμε το φάρμακο σε νερό και ραντίζουμε καλά τα φύλλα του άρρωστου φυτού.
[ελνστ. ῥαντίζω]
- ράντισμα το [rándizma] Ο49 : η ενέργεια του ραντίζω· ραντισμός· (πρβ. ψέκασμα): Tο ~ των δέντρων. Tρόμπα ραντίσματος.
[ελνστ. ῥάντισμα]
- ραντισμός ο [randizmós] Ο17 : η ενέργεια του ραντίζω· ράντισμα· (πρβ. ψεκασμός).
[λόγ. < ελνστ. ῥαντισμός]
- ραουλιέρα η [rauléra] Ο25α : αυτόματο μηχανικό συγκρότημα για τη διαμόρφωση φύλλων ή ράβδων μετάλλου σε ορισμένο σχήμα.
[ράουλ(ο) -ιέρα]
- ράουλο το [ráulo] & (σπάν.) ράγουλο το [ráγulo] Ο41 : (τεχν.) μικρός τροχός σε διάφορους μηχανισμούς και για ποικίλες λειτουργίες: Tα ράουλα μιας συρόμενης πόρτας. Tο ~ μιας τροχαλίας.
[γαλλ. rouleau(;)· ανάπτ. μεσοφ. [γ] για αποφυγή της χασμ.]
- ραπάνι το [rapáni] & ρεπάνι το [repáni] Ο44α : ονομασία διάφορων φυτών με σαρκώδη τραγανή ρίζα και η ίδια η ρίζα τους, η οποία τρώγεται ως ορεκτικό ή σαλάτα: Kόκκινα / άσπρα ραπάνια.
ραπανάκι το & ρεπανάκι το YΠΟKΟΡ για τις μικρές κόκκινες ρίζες ορισμένης ποικιλίας, που τρώγονται ως ορεκτικό. [μσν. *ραπάνι (πρβ. μσν. ρεπάνι) < ελνστ. ῥαπάνιον υποκορ. του αρχ. *ῥάπανος, ῥάφανος· μσν. ρεπάνι < ελνστ. *ῥεπάνιον (πρβ. ελνστ. ῥαπάνιον)]
- ραπιδογράφος ο [rapiδoγráfos] Ο18 : όργανο σχεδίου για τη χάραξη ισοπαχών γραμμών με μελάνι, που μοιάζει με στιλό και δέχεται πένες διαφορετικού πάχους γραφής.
[λόγ. < γαλλ. rapidographe < ελνστ. ῥαπιδ- (ῥαπίς) `μικρή βέργα΄ -ο- + graphe = -γράφος]



