Παράλληλη αναζήτηση
| 9.023 εγγραφές [8061 - 8070] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεατάκια τα [kreatáka] Ο44α : (οικ.) αδενοειδείς εκβλαστήσεις της μύτης.
[κρεατ- (κρέας) υποκορ. -άκι στον πληθ.]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεατένιος -α -ο [kreaténos] Ε4 : ο κρεάτινος.
[κρεατ- (κρέας) -ένιος]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεατερός -ή -ό [kreaterós] Ε1 : (προφ.) παχουλός ή ευτραφής.
[κρεατ- (κρέας) -ερός]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεατίλα η [kreatíla] Ο25α : η δυσάρεστη μυρωδιά του κρέατος.
[κρεατ- (κρέας) -ίλα]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- Kρεατινή η [kreatiní] Ο29 : η προτελευταία εβδομάδα του Tριωδίου.
[ουσιαστικοπ. θηλ. του επιθ. κρεατινός < κρεατ- (κρέας) -ινός]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεάτινος -η -ο [kreátinos] Ε5 : που αποτελείται ή που προέρχεται από κρέας.
[λόγ. κρεατ- (κρέας) -ινος]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεατο- [kreato] & κρεατό- [kreató], όταν κατά τη σύνθεση ο τόνος ανεβαίνει στο α' συνθετικό & κρεατ- [kreat], σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν το β' συνθετικό αρχίζει από φωνήεν : α' συνθετικό σε σύνθετες λέξεις με αναφορά στο κρέας των ζώων που προορίζεται να καταναλωθεί από τον άνθρωπο· (πρβ. κρεο- 1): ~φάγος, ~φαγία. || ειδικότερα δηλώνει ότι αυτό που εκφράζει το β' συνθετικό: α. είναι κατάλληλο για το κρέας: ~μάχαιρο, ~μηχανή, ~σάνιδο. β. προέρχεται από το κρέας, έχει ως κύριο συστατικό του το κρέας: ~ζωμός, κρεατόπιτα, κρεατόσουπα. γ. (επιστ.) κρεατάνθρακας.
[μσν. κρεατ(ο)- θ. κρεατ- του αρχ. ουσ. κρέας -ο- ως α' συνθ.: μσν. κρεατο-φάς `κρεατοφάγος΄]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεατοελιά η [kreatoelá] Ο24 : μικρό σαρκώδες εκβλάστημα που εμφανίζεται σε διάφορα μέρη του σώματος.
[κρεατο- + ελιά]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεατομηχανή η [kreatomixaní] Ο29 : η μηχανή που αλέθει το κρέας· η μηχανή του κιμά. (έκφρ.) στην ~, για προσωπικότητες που έχουν εξαφανιστεί ή ισοπεδωθεί κάτω από συνθήκες καταπίεσης ή πλύσης εγκεφάλου.
[λόγ. κρεατο- + μηχανή]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- κρεατόμυγα η [kreatómiγa] Ο27α : μεγάλη μύγα που μολύνει το κρέας, γεννώντας εκεί τα αυγά της.
[κρεατο- + μύγα]



