Dictionary of Linguistic Terms

Results for: "Σ"

83 items total [41 - 50]
συλλαβή [syllable]
Η συλλαβή είναι μια φωνολογική ενότητα με την οποία προσδιορίζεται ο τρόπος συμπλοκής των φθόγγων μιας γλώσσας. Αν και είναι μία από τις πιο συνειδητές γλωσσολογικές έννοιες στον ομιλητή (πρβ. δομική φωνολογία, αντικαθίσταται στη γραμμική γενετική με απλή αναφορά στα διακριτικά χαρακτηριστικά (ΔΧ) [+ συλλαβικό /- συλλαβικό] και επανέρχεται στη μετρική φωνολογία και τη Θεωρία του Βέλτιστου. Πρόσφατο όμως κίνημα...
συλλαβικό ένηχο [syllabic sonorant]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
συλλαβικό σύστημα γραφής [syllabic system of writing / script]
Tο σύστημα γραφής στο οποίο κάθε γράφημα αναπαριστά μια συλλαβή. Τέτοιο σύστημα είναι η γραμμική Β για τη μυκηναϊκή ελληνική, όπου κάθε γράφημα αναπαριστά ακολουθίες όπως pa, pe, pi, po, pu κλπ. p(ref). Από τον Ηλεκτρονικό Κόμβο για την υποστήριξη των διδασκόντων την ελληνική γλώσσα (http://www.komvos.edu.gr/glwssa/Lexiko/lexiko_n.htm)...
συμπεριφορισμός [behaviourism]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
συμφραζόμενα [context]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
σύμφυμα [(lexical) affix]
Βλ. μόρφημα
 
συμφωνικό σύμπλεγμα [consonant cluster]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
σύμφωνο [consonant]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
συναγωγή [inference]
Ο όρος σημασιολογία, ενώ η δεύτερη συνδέεται με φαινόμενα όπως τα υπονοήματα, η προϋπόθεση -και ενδεχομένως η δείξη, με την οποία δεν θα ασχοληθούμε εδώ- και εμπίπτει πρωτίστως στον χώρο της πραγματολογίας και της εξέτασης της σημασίας των γλωσσικών εκφράσεων τόσο εντός συμφραζομένων όσο και ως αποτελέσματος συνομιλιακής διαπραγμάτευσης (βλ. Thomas 1995∙ Κανάκης υπό έκδοση). Η λογική συνεπαγωγή είναι ιδιότητα των...
συναναφορά [co-reference]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
< Previous   1... 3 4 [5] 6 7 ...9   Next >
Go to page:Go