Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: ωδή
1 item total
ωδή η [oδí] Ο29 : λυρικό ποίημα σε υψηλό ύφος: Οι Ωδές του Aνδρέα Kάλβου. || (εκκλ.) σύστημα τροπαρίων συνθεμένων στον ίδιο ρυθμό. || είδος ποιήματος της αρχαίας ελληνικής γραμματείας από αυτά που προορίζονταν για τραγούδι.

[λόγ. < αρχ. ᾠδή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go