Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φορολογικός
1 εγγραφή
φορολογικός -ή -ό [forolojikós] Ε1 : που αναφέρεται στη φορολογία: Φορολογική δήλωση / βάση / κλίμακα / απαλλαγή. Φορολογικοί πίνακες / κατάλογοι. Φορολογικό σύστημα / δικαστήριο. || (ως ουσ.) τα φορολογι κά, οι φορολογικές υποθέσεις.

[λόγ. < μσν. φορολογικός < φορολογ(ία) -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες