Dictionary of Standard Modern Greek
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- ρομποτική η [robotikí] Ο29 : (τεχνολ.) κλάδος που ασχολείται με τη μελέτη, την κατασκευή και τις εφαρμογές των ρομπότ.
[λόγ. < αγγλ. robotics (-ics = -ική, θηλ. του -ικός)]



