Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- πυρομαντεία η [piromandía] Ο25 : (λαογρ.) πρόβλεψη του μέλλοντος που γίνεται με βάση στοιχεία που προέρχονται από την παρατήρηση της φωτιάς.
[λόγ. < ελνστ. πυρομαντεία]



