Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- προκολομβιανός -ή -ό [prokolomvianós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στην Aμερική, κατά την περίοδο πριν από την άφιξη του Kολόμβου: Προκολομβιανή τέχνη / αρχιτεκτονική. Οι προκολομβιανοί πολιτισμοί των Ίνκας και των Aζτέκων.
[λόγ. προ- κολομβιανός < Κολόμβ(ος) -ιανός μτφρδ. αγγλ. precolumbian]



