Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ομαλότητα η [omalótita] Ο28 : η ιδιότητα του ομαλού ιδίως στη σημ. 2α: Πολιτική / κοινωνική ~.
[λόγ. < αρχ. ὁμαλότης, αιτ. -ητα `λεία επιφάνεια΄ σημδ. γαλλ. normalité]



