Dictionary of Standard Modern Greek
1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- Kαζαμίας ο [kazamías] Ο3 : λαϊκό έντυπο με το ημερολόγιο της χρονιάς και με διάφορες πληροφορίες και προβλέψεις που στηρίζονται στην αστρολογία.
[ιταλ. Casamia -ς όν. φανταστικού αστρολόγου που έμπαινε ως τίτλος]