Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- θρομβοφλεβίτιδα η [θromvoflevítiδa] Ο28 : φλεγμονή του τοιχώματος μιας φλέβας που συνοδεύεται από το σχηματισμό θρόμβου.
[λόγ. < νλατ. thrombophlebitis < αρχ. θρόμβ(ος) -ο- + phlebitis = φλεβίτις > φλεβίτιδα]



