Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αρχιεπιστολέας ο [arxiepistoléas] Ο21 : (στρατ.) αρχηγός επιτελείου στο πολεμικό ναυτικό.
[λόγ. αρχι- + αρχ. ἐπιστολ(εύς) `αντιναύαρχος΄ -έας]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[λόγ. αρχι- + αρχ. ἐπιστολ(εύς) `αντιναύαρχος΄ -έας]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |