Dictionary of Standard Modern Greek
1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- απόδοση η [apóδosi] Ο33 : I1.κρίση με την οποία αποδίδεται σε κπ. η πατρότητα μιας πράξης, μιας πρόθεσης, μιας σκέψης κτλ.: Είναι άδικη η ~ σ΄ εμένα τόσο ταπεινών κινήτρων! H ~ του έργου αυτού στον Όμηρο είναι αμφισβητούμενη. 2α. σαφής διατύπωση, η όσο το δυνατό πιστότερη επανάληψη των λόγων, των απόψεων, των ιδεών κάποιου: Προσπάθησα να είμαι ακριβής στην ~ των λόγων του. H ~ του νοήματος του κειμένου δεν είναι εύκολη. β. μετάφραση, συνήθ. ελεύθερη: H ~ των διαλόγων ενός κινηματογραφικού έργου. H ~ μιας ξένης λέξης. γ. για θεατρικό, μουσικό κτλ. έργο, η ερμηνεία: H απόδοσή σου σ΄ αυτόν το ρόλο δεν ήταν ικανοποιητική. || H ~ της ομάδας έπεσε στο δεύτερο ημίχρονο. II. (οικον.) το έργο το οποίο παράγεται και το οποίο εκτιμάται σε σχέση με τη βασική υποδομή (υλικά, εργατικό δυναμικό, κεφάλαιο κτλ.): Παρατηρήθηκε μείωση / αύξηση της απόδοσης. Aύξηση της στρεμματικής απόδοσης με βάση τις νέες καλλιεργητικές μεθόδους. || H ~ ενός αυτοκινήτου. Θερμική / μηχανική ~. Πραγματική / ωριαία / μέγιστη ~. III. (λόγ.) επιστροφή ενός πράγματος που οφείλω: ~ χρέους. || ~ λογαριασμού. ~ δικαιοσύνης. ~ τιμών. ~ χαιρετισμού. IV. (γραμμ.) η κύρια πρόταση ενός υποθετικού λόγου. V. (εκκλ.) ακολουθία που τελείται οκτώ μέρες ύστερα από μια μεγάλη θρησκευτική γιορτή.
[λόγ.: I1, 2α: αρχ. ἀπόδο(σις) -ση· I2β: σημδ. αγγλ. rendering· II: σημδ. γαλλ. rendement· I2γ, III, IV: ελνστ. σημ.· V: μσν. σημ.]