Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγελαδοτροφία
1 εγγραφή
αγελαδοτροφία η [ajelaδotrofía] Ο25 : η συστηματική εκτροφή αγελάδων.

[λόγ. αγελαδοτρόφ(ος) -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες