Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Αρβανιτιά
1 εγγραφή
αρβανιτιά η [arvanitxá] Ο24 (χωρίς πληθ.) : (παρωχ.) α. η αλβανική εθνότητα, οι Aλβανοί. β. η χώρα των Aλβανών.

[μσν. αρβανιτία με συνίζ. για αποφυγή της χασμ. < Aρβανίτ(ης) -ία > -ιά]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες