Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
31 εγγραφές [1 - 10] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- -γράφημα [γráfima] : β' συνθετικό σε σύνθετα ουδέτερα ουσιαστικά· δηλώνει: 1. το γραπτό κείμενο το οποίο παράγεται από την άσκηση της συγκεκριμένης ενέργειας που εκφράζει το αντίστοιχο ρήμα σε -γραφώ: ευθυμο~, λιβελο~· τηλε~. 2α. (ιατρ.) ιατρική εξέταση της λειτουργίας του οργάνου του ανθρώπινου σώματος που εκφράζει το α' συνθετικό με το ανάλογο όργανο μέτρησης σε -γράφος 2 καθώς και την αποτύπωση, καταγραφή αυτής της εξέτασης· -γραφία5: αγγειο~, αρτηριο~, καρδιο~. β. (επιστ.) γραφική παράσταση: φασματο~.
[λόγ. < αρχ. -γράφημα < θ. γραφη- (γράφω) -μα ως β' συνθ.: αρχ. σκια-γράφημα & διεθ. -gramme `καταγραφή δεδομένων ή μηνύματος΄ < αρχ. γράμμα: τη λε-γράφημα, σφυγμο-γράφημα < γαλλ. télégramme, sphygmogramme]
- ακιδογράφημα το [akiδoγráfima] Ο49 : (αρχαιολ.) πρόχειρη επιγραφή επάνω σε κίονες ή και σε άλλα μέλη αρχαίων ή μεταγενέστερων μνημείων, που είναι χαραγμένη με αιχμηρό όργανο.
[λόγ. ακιδ- (δες ακίδα) -ο- + -γράφημα]
- ανεμογράφημα το [anemoγráfima] Ο49 : (μετεωρ.) διάγραμμα που παρουσιάζει την κατεύθυνση και την ταχύτητα των ανέμων.
[λόγ. ανεμο-1 + -γράφημα μτφρδ. αγγλ. anemogram < αρχ. ἄνεμο(ς) + -gram]
- γράφημα το [γráfima] Ο49 : (γλωσσ.) γραπτό σύμβολο που χρησιμοποιείται μόνο του ή σε συνδυασμό με άλλα, για να παραστήσει ένα φώνημα ή μια ομάδα φωνημάτων.
[λόγ. < αγγλ. grapheme < αρχ. γράφ(ω) + -eme = -ημα κατά το phoneme = φώνημα]
- εγκεφαλογράφημα το [engefaloγráfima] Ο49 : ηλεκτροεγκεφαλογράφημα.
[λόγ. < διεθ. encephalo- = εγκεφαλο- + -gram = -γράφημα]
- εικονογράφημα το [ikonoγráfima] Ο49 : ζωγραφική παράσταση σε έντυπο ή χειρόγραφο κείμενο· ζωγραφιά, εικόνα.
[λόγ. < μσν. εικονογράφημα < εικονογραφη- (εικονογραφώ) -μα]
- ευθυμογράφημα το [efθimoγráfima] Ο49 : πεζό δημοσιογραφικό είδος με χιουμοριστικό περιεχόμενο: Γράφει ευθυμογραφήματα σε περιοδικά και εφημερίδες.
[λόγ. εύθυμ(ος) -ο- + -γράφημα]
- ηθογράφημα το [iθoγráfima] Ο49 : λογοτεχνικό ηθογραφικό κείμενο.
[λόγ. ηθογραφη- (ηθογραφώ) -μα]
- ηλεκτροεγκεφαλογράφημα το [ilektroengefaloγráfima] Ο49 : η γραφική παράσταση της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου που λαμβάνεται με τις μεθόδους της ηλεκτροεγκεφαλογραφίας· εγκεφαλογράφημα. || (επέκτ.) η ηλεκτροεγκεφαλογραφία.
[λόγ. < διεθ. electro- = ηλεκτρο- + encephalo- = εγκεφαλο- + -gram = -γράφημα]
- ηλεκτροκαρδιογράφημα το [ilektrokarδioγráfima] Ο49 : γραφική απεικόνιση των ρευμάτων που δημιουργούνται κατά την καρδιακή λειτουργία, με σκοπό τη διάγνωση των παθήσεων του μυοκαρδίου και των διαταραχών του καρδιακού ρυθμού· καρδιογράφημα.
[λόγ. < διεθ. electro- = ηλεκτρο- + cardiogram = καρδιογράφη μα]