Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Κλιτικό παράδειγμα: Ο28 (σάλπιγγα, σάλπιγγας, σάλπιγγες)
681 εγγραφές [571 - 580]
στρεβλότητα η [strevlótita] Ο28 : η ιδιότητα του στρεβλού.

[λόγ. < ελνστ. στρεβλότης, αιτ. -ητα]

στρογγυλότητα η [strongilótita] Ο28 : η μορφή ή το σχήμα του στρογγυλού, στρογγυλάδα: H ~ της γης.

[λόγ. < αρχ. στρογγυλότης, αιτ. -ητα]

στρόφιγγα η [strófiŋga] Ο28 : 1.μοχλός που ρυθμίζει τη ροή υγρού: Aνοί γω / κλείνω τη ~: α. επιτρέπω / διακόπτω τη ροή υγρού. β. ως έκφραση, αρχίζω / διακόπτω μια παροχή: Οι τράπεζες έκλεισαν τη ~ των στεγαστικών δανείων. 2. (συνήθ. πληθ.) ο μεντεσές: Σκουριασμένες στρόφιγγες. 3. ο άξονας γύρω από τον οποίο στρέφεται κτ.

[λόγ. < αρχ. στρόφιγξ, ὁ (ελνστ. ), αιτ. -ιγγα (στη σημ. 2)]

στρυφνότητα η [strifnótita] Ο28 : η ιδιότητα του στρυφνού.

[λόγ. < αρχ. στρυφνότης, αιτ. -ητα]

στυγερότητα η [stijerótita] Ο28 : η ιδιότητα του στυγερού, η αποκρουστικότητα: H ~ του εγκλήματος.

[λόγ. στυγερ(ός) -ότης > -ότητα]

στυγνότητα η [stiγnótita] Ο28 : η ιδιότητα του στυγνού.

[λόγ. < αρχ. στυγνότης, αιτ. -ητα]

στυφότητα η [stifótita] Ο28 : η στυφάδα.

[λόγ. στυφ(ός) -ότης > -ότητα]

στωικότητα η [stoikótita] Ο28 : η ιδιότητα του στωικού, η στάση ή η συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από ηρεμία, αταραξία, καρτερικότητα, απάθεια: Aντιμετωπίζει τις κακοτυχίες με ~.

[λόγ. στωικ(ός) -ότης > -ότητα]

συγκαταβατικότητα η [siŋgatavatikótita] Ο28 : η ιδιότητα του συγκαταβατικού. || η συγκατάβαση.

[λόγ. συγκαταβατικ(ός) -ότης > -ότητα]

συγκινητικότητα η [singinitikótita] Ο28 : η ιδιότητα κάποιου να συγκινείται ή να προξενεί συγκίνηση. || η ευσυγκινησία.

[λόγ. συγκινητικ(ός) -ότης > -ότητα]

< Προηγούμενο   1... 56 57 [58] 59 60 ...69   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες