Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τυφοειδής -ής -ές
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τυφοειδής -ής -ές [tifoiδís] Ε10 : που παρουσιάζει τα συμπτώματα του τύφου: ~ πυρετός, κοιλιακός τύφος.

[λόγ. < γαλλ. typhoide < αρχ. τύφο(ς) + -ide = -ειδής]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go