Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πολυέλεος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πολυέλεος -η -ο [poliéleos] Ε5 : (εκκλ., ως ιδιότητα του Θεού) πολύ ευσπλαχνικός: Ο ~ Θεός.

[λόγ. < ελνστ. πολυέλεος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go