Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: νυχτολούλουδο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
νυχτολούλουδο το [nixtolúluδo] Ο41 : κοινή ονομασία φυτών που τα λουλούδια τους ανοίγουν και ευωδιάζουν τη νύχτα και κλείνουν την ημέρα.

[νυχτο- + λουλούδ(ι) -ο]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go