Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: λυθρίνι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λυθρίνι το [liθríni] Ο44 : εκλεκτής ποιότητας ψάρι με πλατύ σώμα, μεγάλο κεφάλι και με κοκκινωπό χρώμα.

[μσν. λυθρίνι υποκορ. του αρχ. ἐρυθρίν(ος) -ιον με αποβ. του αρχικού άτ. φων. και ανομ. [r-r > l-r] ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go