Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κορύνα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κορύνα η [korína] Ο25 : ξύλινο όργανο γυμναστικής που χρησιμοποιείται σε ασκήσεις εδάφους, αλλά και στις παραστάσεις του τσίρκου και έχει σχήμα ράβδου της οποίας το ένα άκρο είναι παχύτερο από το άλλο. || μπουκάλα του μπόουλιγκ.

[λόγ. < αρχ. κορύν(η) `ρόπαλο΄ μεταπλ. ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go