Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποταχιά
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
αποταχιά, επίρρ.· αποταχέα· αποταχία· αποταχιάς· ταποταχιά· ταποταχιάς.
  • 1) (Mε επόμ. τον σύνδ. έως) από το πρωί (ως):
    • αποταχία εκόφτουνταν τα δύο φουσσάτα έως το βασίλεμα ηλίου (Διήγ. Aλ. G 27119).
  • 2)
    • α) Tο πρωί ή πολύ πρωί:
      • (Πανώρ. A´ 308
      • (έναρθρ. ως ουσ.):
        • (Kαρτάν., Π. N. Διαθ. φ. 173r
    • β) αύριο το πρωί:
      • (Eρωτόκρ. Δ´ 202).
  • 3) Πριν από λίγη ώρα:
    • (Πανώρ. E´ 117).
  • 4) Nωρίς:
    • αύριον πρωί αποταχέα να εξέβουν εκ την Άρταν (Xρον. Mορ. H 8977).

[<επίρρ. αποταχύ. H λ. και τ. σήμ. ιδιωμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αποταχιά [apota] adv (written also από ταχιά) (& ταποταχιά)
  • ① early in the morning (syn αποταχύ 1, πρωί πρωί):
    • ξεκινήσανε, φύγανε ~
  • ⓐ in the morning (syn αποταχύ 2, ταχιά, το πρωί, το ταχύ):
    • θα σ' το λένε ~, τραγουδιστά παντοτινά, τι ο Πέτρακας σ' αφήνει γεια (Pasagiannis) |
    • folks. .. του πρωτομάστορα την ώρια τη γυναίκα, | πόρχετ' αργά ταποταχιά, πόρχετ' αργά στο γιόμα (DPetrop)
  • ② next morning (syn το άλλο πρωί):
    • ταποταχιά ταραχή μεγάλη σ' όλο το χωριό (Polylas) |
    • folks. ταποταχιά σηκώθηκε, το λέει του πεθερού τση (DPetrop)
  • ⓑ tomorrow (syn αύριο, ταχιά):
    • poem .. δική σου θα 'ναι η νύφη, | Mενέλαε, και ταποταχιά κι όλα σας πια τα χρόνια (Kotzioulas)
  • ③ soon (syn σύντομα, ταχιά, ταχύ):
    • poem .. έτσι θα 'βρισκα την πλέρια αξεγνοιασιά μου | ~ κλ (Homer Od 18.23 Kaz-Kakr)

[fr postmed αποταχέα ← MG phr από ταχέα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες