Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: Σεβασμιότατος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
Σεβασμιότατος ο [sevazmiótatos] Ο20α : προσηγορία επισκόπου.

[λόγ. < ελνστ. σεβασμιώτατος υπερθ. βαθμός του σεβάσμιος, τίτλος των Ρωμαίων αυτοκρατόρων (ορθογρ. κατά το επίθημα -ότατος)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go