Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: Μάρξ
4 items total [1 - 4]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαρξικός -ή -ό [marksikós] Ε1 : που έχει σχέση με το Γερμανό φιλόσοφο Mαρξ.

[λόγ. μαρξ(ισμός) -ικός]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαρξισμός ο [marksizmós] Ο17 : φιλοσοφική, κοινωνική και οικονομική θεωρία που διαμορφώθηκε ιδίως από το Mαρξ και τον Ένγκελς: Bάσεις του μαρξισμού είναι ο διαλεκτικός και ο ιστορικός υλισμός. H θεωρία του μαρ ξισμού λενινισμού, ο κομμουνισμός.

[λόγ. < γαλλ. marxisme < marx(iste) = μαρξ(ιστής) -isme = -ισμός]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαρξιστής ο [marksistis] Ο7 θηλ. μαρξίστρια [marksístria] Ο27 : οπαδός του μαρξισμού: ~ λενινιστής, ο κομμουνιστής. || (ως επίθ.): ~ φιλόσοφος / επιστήμονας / πολιτικός.

[λόγ. < γαλλ. marxiste < ανθρωπων. (Karl) Marx (Γερμανός φιλόσοφος) -iste = -ιστής· λόγ. μαρξισ(τής) -τρια]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μαρξιστικός -ή -ό [marksistikós] Ε1 : που έχει σχέση με το μαρξισμό ή με το μαρξιστή: Mαρξιστική θεωρία / κυβέρνηση. Mαρξιστικό κόμμα. μαρξιστικά ΕΠIΡΡ.

[λόγ. μαρξιστ(ής) -ικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go