Γραμματικές της νέας Ελληνικής 

Χρήστος Κλαίρης - Γεώργιος Μπαμπινιώτης. Γραμματική της Νέας Ελληνικής. Δομολειτουργική - Επικοινωνιακή. 

Γιαννούλα Γιαννουλοπούλου & Αναστάσιος Τσαγγαλίδης 

Δ. Μητρόπουλος: ΒΗΜΑ 3/11/199

Η γραμματική του 2000

Το νέο εγχειρίδιο των Χρήστου Κλαίρη και Γιώργου Μπαμπινιώτη επισημαίνει τον δυναμικό χαρακτήρα της ελληνικής γλώσσας και υπερβαίνει τον διχασμό μεταξύ καθαρεύουσας και δημοτικής

Κάθε πότε γράφεται μια γραμματική; Αν πεδίο αναφοράς είναι η ελληνική γλώσσα, η απάντηση δεν μπορεί να είναι συγκεκριμένη. Πενήντα πέντε χρόνια μας χωρίζουν από την έκδοση της γραμματικής του Μανόλη Τριανταφυλλίδη· δύο μόλις χρόνια από τη γραμματική του Αγαπητού Τσοπανάκη. Η ασυνέχεια, βεβαίως, αυτή δεν είναι η μόνη κακοδαιμονία στην περίπτωση της ελληνικής: δεν έχει κανείς παρά να αναλογιστεί το δίλημμα μεταξύ δημοτικής και καθαρεύουσας που -όσο και αν έχει απολέσει κάπως την οξύτητά του - ταλαιπώρησε γενεές Ελλήνων.

Με αυτά τα δεδομένα, η απουσία μιας σύγχρονης γραμματικής της νέας ελληνικής έχει συχνά επισημανθεί την τελευταία εικοσαετία. Το κενό αυτό φιλοδοξεί να αναπληρώσει η «Γραμματική της Νέας Ελληνικής» των καθηγητών Χρήστου Κλαίρη και Γιώργου Μπαμπινιώτη (σε συνεργασία με τους Αμαλία Μόζερ, Αικατερίνη Μπακάκου-Ορφανού και Σταύρο Σκοπετέα)· ο πρώτος τόμος, που έχει ως αντικείμενο το «Όνομα της Νέας Ελληνικής», κυκλοφορεί αύριο από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. Η έκδοση θα πραγματοποιηθεί τμηματικά, κατά τεύχη (μετά το όνομα, ακολουθούν το ρήμα, οι προσδιορισμοί κλπ.) και προβλέπεται να ολοκληρωθεί μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.

Η φιλοδοξία των συντακτών

Η φιλοδοξία των συντακτών του έργου είναι, όπως παραδέχεται ο Γ. Μπαμπινιώτης, να επιτύχουν μια ριζική τομή με το παρελθόν και να δημιουργήσουν τη «γραμματική του 2000». Δύο είναι οι λόγοι στους οποίους αποδίδεται η αισιοδοξία τους: πρώτον «η νηφαλιότητα που επιτρέπει η άρση του γλωσσικού ζητήματος με τη ρύθμιση του 1976»· δεύτερον, η σύνταξη της γραμματικής από ομάδα πανεπιστημιακών γλωσσολόγων που πρεσβεύουν σύγχρονες επιστημονικές αντιλήψεις. Τα δύο αυτά στοιχεία περιγράφουν τις διαφορές από τη γραμματική του Τριανταφυλλίδη, της οποίας η προσφορά είναι μεγάλη, πλην όμως δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι «έχει γραφτεί με τα διδάγματα της γλωσσικής επιστήμης της εποχής της» και δη «μέσα στη δίνη του γλωσσικού ζητήματος», καθώς και από το ογκώδες αναλυτικό έργο του Τσοπανάκη, που «αποδίδει μεν τη σημερινή κατάσταση της γλώσσας μας», αλλά εφαρμόζει «τις μεθόδους της "σχολικής - παραδοσιακής" λεγόμενης γραμματικής».

Σε ό,τι αφορά ειδικά το γλωσσικό ζήτημα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρατηρήσεις των συντακτών της νέας γραμματικής στον πρόλογο: «Πιστεύοντας στον δυναμισμό της γλώσσας - κάθε ανθρώπινης γλώσσας, και της ελληνικής- και ξεπερνώντας παλιότερες διαμάχες, προσπαθούμε να δείξουμε ότι, σε σχέση με την πραγματική χρήση της γλώσσας, οι λύσεις είναι ποικίλες, ότι μπορεί κανείς να εκφραστεί με περισσότερους από έναν τρόπους και ότι το βασικό κριτήριο για να το αποφανθεί κανείς για το αποδεκτό μιας έκφρασης είναι η επιτυχία της στην επικοινωνία». Όπως είναι φανερό, η αντίληψη αυτή όχι μόνο θέτει τέρμα στους διχασμούς του παρελθόντος, αλλά και αποενοχοποιεί τους χρήστες της νέας ελληνικής.

Η δομολειτουργική θεωρία

Σε ότι αφορά την επιστημονική μέθοδο, αξίζει να σημειωθεί ότι η νέα γραμματική βασίζεται στη δομολειτουργική και επικοινωνιακή θεωρία. Όπως χαρακτηριστικά λέγεται, «σκοπός της γραμματικής είναι να περιγραφούν συστηματικά οι μορφολογικές και συντακτικές δομές της σύγχρονης ελληνικής, ο τρόπος με τον οποίο οι συντακτικές λειτουργίες συντελούν στην οργάνωση του μηνύματος, καθώς και η χρήση (επικοινωνιακή πλευρά) που οι δομές, οι λειτουργίες και τα λεξιλογικά στοιχεία εμφανίζουν στη γλωσσική πράξη (ομιλία και γραπτό λόγο)».

Πρόκειται, όπως είναι φανερό, για μια «ολιστική θεώρηση». Αυτή δε η μεθοδολογική επιλογή συνάδει ουσιαστικά με τον τρόπο με τον οποίο διδάσκεται η γλώσσα στο σημερινό σχολείο. Έτσι, θεραπεύεται η αντινομία που δημιουργείται από τη χρήση παραδοσιακών γραμματικών «που έχουν -σύμφωνα με μια παλιότερη γραμματική αντίληψη- διαχωριστικό χαρακτήρα (άλλο γραμματική, άλλο σύνταξη, άλλο λεξιλόγιο - η δε γραμματική έχει να κάνει μόνο με γραμματικές δομές)».

Η νέα γραμματική είναι προορισμένη να αποτελέσει βιβλίο αναφοράς που απευθύνεται τόσο στον ειδικό (δάσκαλο, φιλόλογο ή γλωσσολόγο) αναγνώστη όσο και στο ευρύτερο κοινό, καθώς είναι γραμμένη με άμεσο και εύληπτο τρόπο. Πράγματι, «η παρουσίαση της ύλης δεν ξεκινά από τις παραδοσιακές κατηγορίες των μερών του λόγου, αλλά από τις έννοιες και λειτουργίες που είναι βασικές στην επικοινωνία». Είναι αυτός ο λόγος που η νέα γραμματική βρίσκεται πλησιέστερα στην «καρδιά» της ελληνικής γλώσσας - μιας γλώσσας που, όπως επισημαίνει ο Γ. Μπαμπινιώτης, είναι «ιδιαίτερα πλούσια σε μορφολογικό διάκοσμο».

Τελευταία Ενημέρωση: 12 Ιούν 2007, 13:45