Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής
Αναζήτηση για: "εν"
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ἐναργής
ΕΠΙΘΕΤΟ 1. ορατός, εμφανής, ευδιάκριτος, χειροπιαστός |φανερός, ευκρινής, ολοκάθαρος |για όνειρα ή οράματα |λαμπρός, ξεχωριστός 2. προφανής, καταφανής, ευνόητος, κατανοητός, ξεκάθαρος |ΕΠΙΡΡΗΜΑ ορατά, φανερά, καθαρά, με σαφήνεια - ἐνεργός
ΕΠΙΘΕΤΟ 1. αυτός που έχει μια δραστηριότητα, που ασκεί συγκεκριμένο επάγγελμα ή έργο, ενεργητικός, δραστήριος, ζωντανός |για άνθρωπο 2. κατάλληλος, ισχυρός, αποτελεσματικός |για πράγματα και καταστάσεις |παραγωγικός, αποδοτικός, προσοδοφόρος |ΕΠΙΡΡΗΜΑ δραστήρια, αποτελεσματικά, ενεργά