Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Αναζήτηση για: "δηλόω"

1 εγγραφή
δηλόω
Α. ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ και ΜΕΣΟ 1. δείχνω, παρουσιάζω, φανερώνω, αποκαλύπτω |με αιτ. |με αιτ. πράγμ. και δοτ. προσ. |με αιτ. και κτγ. |με κτγ. μτχ. |με ὅτι ή ὡς |απρόσ. με ὄτι ή ὡς |ειδοποιώ, αναγγέλλω 2. αποδεικνύω |με εμπρόθετο προσδιορισμό |υποδεικνύω |φρ. δηλοῖ δέ=αποδεικνύει, φανερώνει |επιστήμη |απόλ. 3. διασαφηνίζω, επεξηγώ, αναπτύσσω τις απόψεις μου, διηγούμαι |με εμπρόθετο προσδιορισμό Β. ΠΑΘΗΤΙΚΟ φανερώνομαι, αποκαλύπτομαι
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες