Dictionary of Standard Modern Greek
| 2 items total [1 - 2] | << First < Previous Next > Last >> |
- φρουί γλασέ το [fruí γlasé] & φρουί γκλασέ το [fruí glasé] Ο (άκλ.) : είδος γλυκίσματος, φρούτο ζαχαρωμένο με ειδική επεξεργασία.
[λόγ. < γαλλ. glacé (ενν. fruit) & λόγ. ορθογρ. δαν.]
- φρουί ζελέ το [fruí zelé] Ο (άκλ.) : ζελέ από χυμό ή με μικρά κομμάτια φρούτων.
[λόγ. < γαλλ. gelé, κατά το φρουί γλασέ]



