Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: σιταποθήκη
1 item total
σιταποθήκη η [sitapoθíki] Ο30 : αποθήκη για σιτάρι και άλλα δημητρια κά.

[λόγ. σιτ(ο)- + αποθήκη]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go