Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: οστεοαρθρίτιδα
1 item total
οστεοαρθρίτιδα η [osteoarθrítiδa] Ο28 : (ιατρ.) αρθρίτιδα, η οποία προσβάλλει και τα οστά που βρίσκονται κοντά στις αρθρώσεις.

[λόγ. < γαλλ. ostéoarthrite < ostéo- = οστεο- + arthrite = αρθρίτ(ις) -ιδα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go