Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής
Αναζήτηση για: "ομιλία"
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ὁμιλία
Α. εταιρεία, σύλλογος, ομάδα Β. 1. συναναστροφή, κοινωνία, συντροφιά, σχέση |με γεν. |με εμπρόθετο προσδιορισμό |φρ. ἡ καθ' ἡμᾶς αὐτοὺς πολιτεία καὶ ὁμιλία=ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος 2. ερωτική σχέση, συνουσία Γ. μάθημα, διδασκαλία