Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής
Αναζήτηση για: "ανιαρός"
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ἀνιαρός
ΕΠΙΘΕΤΟ Α. 1. ενοχλητικός, δυσάρεστος, οχληρός |για ανθρώπους |βλαβερός |για ζώα 2. λυπηρός, θλιβερός |δυσάρεστος, αντ. του ἡδύς 3. με παθητική σημασία θλιμμένος ΕΠΙΡΡΗΜΑ 1. ενοχλητικά, δυσάρεστα 2. άθλια, οικτρά